βιβλιοκριτής

βιβλιοκριτής
ο
1. ειδικός στη βιβλιοκρισία
2. μέλος επιτροπής κρίσης βιβλίων.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • βιβλιοκρίτης — βιβλιοκρίτης, ο και βιβλιοκριτής, ο 1. ο ειδικός στην κριτική βιβλίων: Οι αναγνώστες επηρεάζονται από τους βιβλιοκρίτες στην αγορά των βιβλίων τους. 2. μέλος της επιτροπής του υπουργείου Παιδείας που κρίνει τα σχολικά βιβλία …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • βιβλίο — Σύνολο φύλλων χαρτιού, περγαμηνής ή άλλου υλικού, τυπωμένων ή χειρόγραφων, δεμένων μαζί ώστε να αποτελούν έναν τόμο, προορισμένο για κυκλοφορία. Η ιστορία του β. καλύπτει μια περίοδο πάνω από 5.000 ετών και είναι κατά μεγάλο μέρος ιστορία του… …   Dictionary of Greek

  • βιβλιοκριτικός — ή, ό ο σχετικός με τη βιβλιοκρισία. [ΕΤΥΜΟΛ. < βιβλιοκριτής. Η λ. μαρτυρείται από το 1856 στον Ν. Σ. Ρίζου] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”